Να λοιπόν που με την τελετή λήξης, ολοκληρώθηκαν οι μετριότεροι και πλέον στρατοκρατούμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες του 21ου αιώνα. Αγώνες που σημαδεύτηκαν από το κύκνειο (και επιτυχημένο) άσμα του Φέλπς στην κολύμβηση, την τρομερή παρουσία του Μπολτ και της Τζαμάικα στους δρόμους ταχύτητας και την καθιέρωση της Κίνας ως μιας παγκόσμιας αθλητικής υπερδύναμης στα περισσότερα σπορ.
Για την Ελλάδα αυτοί οι Ολυμπιακοί ήταν οι αγώνες της προσδοκίας ότι κάποια μετάλλια θα μας έβγαζαν για λίγο από την μιζέρια που μας έχει καταβάλει ως λαό. Δυστυχώς αυτές οι προσδοκίες δεν ευοδόθηκαν και ο Κώστας Γκατσιούδης δικαιώθηκε για τη δήλωσή του πριν τους Ολυμπιακούς της Αθήνας ότι "δεν ξέρω πόσα μετάλλια θα πάρουμε εδώ, αλλά στους επόμενους θα πάρουμε ελάχιστα". Οι ευχάριστες εκπλήξεις ελάχιστες, και κυρίως είχαν να κάνουν με μια αξιοπρεπή συμμετοχή σε κάποιο τελικό (όπως του Φιλιππίδη στο Επι Κοντώ, του Λεμπέση στον ακοντισμό) ή στην τελική κατάταξη (όπως της Βουγιούκα στην Ξιφασκία και του Κοκκαλάνη στην Ιστιοπλοϊα) παρά με την κατάκτηση μεταλλίων. Τα μεγάλα φαβορί (με βάση την εμπειρία τους και τη θέση τους στην παγκόσμια κατάταξη) έμειναν είτε μακρυά από τον τελικό, είτε μακρυά από το βάθρο, είτε σε θέση χαμηλότερη από αυτή που αντικειμενικά μπορούσαν να κατακτήσουν.
Και ο Γιαννιώτης μας συγκλόνισε με την προσπάθεια του σε μια κούρσα 10 χλμ. σε "ανοιχτή θάλασσα" που ήταν ποτάμι (!!!) χωρίς όμως να πάρει μετάλλιο ή η Βουγιούκα έδωσε αγώνα τραυματισμένη χάνοντας τη συμμετοχή στα ημιτελικά στις λεπτομέρειες, άλλοι παγκοσμίου επιπέδου (καθ' όλα) αθλητές μας απέδειξαν ότι η διαφορά του χαρακτηρισμού "καλός" από το "σπουδαίος" είναι η διάρκεια και η αγωνιστική συμπεριφορά στους μεγάλους αγώνες.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως θα ήταν τα πράγματα αν ο Λούης Τσάτουμας περνούσε στον τελικό (αφού τα μετάλλια κρίθηκαν λίγο παραπάνω από τα 8μ.) ή αν ο Τσολακίδης προτιμούσε να πραγματοποιήσει το κανονικό του πρόγραμμα και δεν άλλαζε γνώμη κατά τη διάρκεια του αγώνα του ή ακόμα και αν ο Λεμπέσης μπορούσε να κάνει την υπέρβαση και να φέρει ένα μετάλλιο από το πουθενά στην χώρα μας, αφού τα μετάλλια κρίθηκαν λίγο πιο κάτω από τα 85μ. επίδοση που είναι στις δυνατότητές του. Αν το κάναμε όμως θα παραβλέπαμε δύο βασικά ζητήματα:
α) στην Ελλάδα των Μνημονίων η Ολυμπιακή προετοιμασία ήταν το λιγότερο ελλιπής, με ελάχιστες ομοσπονδίες να παίρνουν το μέγιστο από τα (λίγα) χρήματα τα οποία διέθεταν. Δυστυχώς στα χρόνια των παχυών αγελάδων, δεν δημιουργήθηκαν οι σωματειακές υποδομές και το πλάνο για να υπάρχει συνέχεια, με συνέπεια οι αθλητές παγκοσμίου επιπέδου που διαθέτουμε σήμερα να είναι είτε οι "βετεράνοι" της Ολυμπιακής φουρνιάς του 2004 (βλ. Ηλιάδης, Νικολαϊδης, Γιαννιώτης, Μάρας) είτε αποτέλεσμα της δουλειάς που γίνεται σήμερα από λίγες (και πολύ συγκεκριμένες) ομοσπονδίες (βλ. κωπηλασία). Πως είναι δυνατόν να μην υπάρχει "τρακ" από αθλητές όταν η πρώτη τους συμμετοχή σε μεγάλους αγώνες γίνονται σε Πανευρωπαϊκά Πρωταθλήματα ή Ολυμπιακούς Αγώνες; Χωρίς να υπάρχει επιστημονική υποστήριξη ή προετοιμασία στις συνθήκες των Αγώνων; Οι ευθύνες βέβαια γι' αυτό ανήκουν και τόσο στην πολιτεία (που δεν χρηματοδοτεί), όσο και στις ομοσπονδίες που αντί να εκμεταλλεύονται προς όφελος του αθλήματός τους τις επιχορηγήσεις, όλα αυτά τα χρόνια, χρησιμοποιούσαν τη θέση τους ως πηγή δωρεάν ταξιδιών και προσωπικής προβολής, χωρίς οι περισσότεροι να κάνουν το αυτονόητο δηλ. να μειώσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και ν' αναζητήσουν χορηγούς.
β) η χώρα μας πλέον δεν τυγχάνει καμίας "προστασίας" και "κάλυψης", ούτε από πλευράς κριτών και διαιτητών, αλλά ούτε από πλευράς διοργανωτών και διεθνών ομοσπονδιών. Αυτό το είδαμε στα κορίτσια του ανσάμπλ (με την εμφανώς χαμηλή βαθμολογία τους στον προκριματικό), στην αντιμετώπιση της Μπουκουβάλα στο τζούντο (με τις "δαγκωματιές" της αντιπάλου της που πέρασαν ατιμώρητες), στην περίπτωση του Τσάτουμα στο μήκος (άσχετα αν η επίδοσή του δεν τον έφερνε στον τελικό) κ.ο.κ. Το είδαμε και στα προ-ολυμπιακά με την περίπτωση της ομάδας μας στο μπάσκετ (με το τραγικό φάουλ που δεν δόθηκε στον καθοριστικό αγώνα με την Νιγηρία) και στο γυναικείο πόλο. Είμαστε παντελώς ανυπολόπηπτοι - πράγμα που στοίχισε και μας στέρησε καλύτερες κατατάξεις και συμμετοχές σε τελικούς ή ακόμα και στους Ολυμπιακούς. Βέβαια αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει ν' αποτελεί δικαιολογία: η κακή προετοιμασία των ομάδων και των αθλητών μας στις περισσότερες περιπτώσεις, οδήγησε στο να υπάρχει εξάρτηση από τρίτους ή/και μη αγωνιστικούς παράγοντες, πράγμα που δεν έπρεπε εξαρχής να συμβαίνει.
Αποτελεί επίσης μια τραγική πραγματικότητα, το ότι η χώρα μας έχει μείνει πίσω από πλευράς "επιστημονικής" κάλυψης. Αυτό δεν είναι τυχαίο βέβαια - οι εποχές που οι ομοσπονδίες είχαν ολόκληρα εργαστήρια και στρατειές ειδικών από πίσω έχουν περάσει, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα οι καλοί δικοί μας (που σε μικρές ηλικίες να θριαμβεύουν σε παγκόσμια ή ευρωπαϊκά πρωταθλήματα) να μένουν μεγαλώνοντας εκτός τελικών και μεταλλίων.
Όμως είναι αλήθεια ότι πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πολλές ομοσπονδίες αντιμετώπισαν την προοπτική των Ολυμπιακών του Λονδίνου, χωρίς πρόγραμμα και στόχους. Δεν είναι π.χ. δυνατόν η ομοσπονδία της γυμναστικής να μην έχει σαφής πλάνο για συμμετοχή πλήρους ομάδας μέσω μιας σοβαρής καθόδου στο σύνθετο ομαδικό στο προηγούμενο παγκόσμιο πρωτάθλημα, ενώ η χώρα έχει 5-6 αθλητές παγκοσμίου επιπέδου, που θα έδινε το δικαίωμα συμμετοχής στους Ολυμπιακούς σε όλους εξ' αυτών. Αντ' αυτού αφέθηκαν να "σφάζονται" για μια θέση και να χάνονται 4 (πολύτιμα) χρόνια μέχρι τους επόμενους... Δεν είναι επίσης δυνατόν να θεωρείται αγγαρεία το Προολυμπιακό τόσο στο μπάσκετ των ανδρών, όσο και στο πόλο των γυναικών ή να μην εκμεταλλευόμαστε μια σπουδαία φουρνιά στις Ελπίδες του ποδοσφαίρου - δίνοντας την εντύπωση ότι θα φτάναμε στο Λονδίνο με το όνομα της "φανέλας" και μόνο...
Το ερώτημα που πρέπει βέβαια ν' απαντήσουμε είναι το εξής: τι αθλητισμό θέλουμε; Μαζικό από τον οποίο θα ξεπεταχθούν λίγοι που θα διεκδικήσουν και θα φέρουν μετάλλια, που όμως παράλληλα θα φέρει χαμηλό ποσοστό καρδιοαγγειακών νοσημάτων και καλή ποιότητα ζωής; Ή αθλητισμό λίγων και καλών που θα μας φέρνουν μετάλλεια σε Παγκόσμια και Ολυμπιακούς; Το ζητούμενο βέβαια είναι συνδυασμός και των δύο. Κακά τα ψέμματα, οι επιτυχίες στον αθλητισμό (ανεξάρτητα με την απαξίωση που υπάρχει πλέον λόγω της σύνδεσης των μεταλλίων με απαγορευμένες ουσίες) προκαλούν θετικές γνώμες για μια χώρα στο εξωτερικό και δημιουργούν ανάταση στο εσωτερικό της. Δυστυχώς όμως στην Ελλάδα του σήμερα δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτα από τα δύο. Με τις επιχορηγήσεις να μειώνονται περαιτέρω και τους τελευταίους των Μοϊκανών (που έχουν την εμπειρία μεγάλων αγώνων και το αθλητικό βάρος που φέρνει επιτυχίες) να βρίσκονται σε ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό αθλητισμό, οι προσδοκίες μας στο μέλλον θα πρέπει να είναι ακόμα μικρότερες.
Και για όσους ζήσαμε τις εποχές του Σίνδεϋ και της Αθήνας, αυτό θα αποτελεί μια ακόμα αφορμή για μελαγχολία...
Για την Ελλάδα αυτοί οι Ολυμπιακοί ήταν οι αγώνες της προσδοκίας ότι κάποια μετάλλια θα μας έβγαζαν για λίγο από την μιζέρια που μας έχει καταβάλει ως λαό. Δυστυχώς αυτές οι προσδοκίες δεν ευοδόθηκαν και ο Κώστας Γκατσιούδης δικαιώθηκε για τη δήλωσή του πριν τους Ολυμπιακούς της Αθήνας ότι "δεν ξέρω πόσα μετάλλια θα πάρουμε εδώ, αλλά στους επόμενους θα πάρουμε ελάχιστα". Οι ευχάριστες εκπλήξεις ελάχιστες, και κυρίως είχαν να κάνουν με μια αξιοπρεπή συμμετοχή σε κάποιο τελικό (όπως του Φιλιππίδη στο Επι Κοντώ, του Λεμπέση στον ακοντισμό) ή στην τελική κατάταξη (όπως της Βουγιούκα στην Ξιφασκία και του Κοκκαλάνη στην Ιστιοπλοϊα) παρά με την κατάκτηση μεταλλίων. Τα μεγάλα φαβορί (με βάση την εμπειρία τους και τη θέση τους στην παγκόσμια κατάταξη) έμειναν είτε μακρυά από τον τελικό, είτε μακρυά από το βάθρο, είτε σε θέση χαμηλότερη από αυτή που αντικειμενικά μπορούσαν να κατακτήσουν.
Και ο Γιαννιώτης μας συγκλόνισε με την προσπάθεια του σε μια κούρσα 10 χλμ. σε "ανοιχτή θάλασσα" που ήταν ποτάμι (!!!) χωρίς όμως να πάρει μετάλλιο ή η Βουγιούκα έδωσε αγώνα τραυματισμένη χάνοντας τη συμμετοχή στα ημιτελικά στις λεπτομέρειες, άλλοι παγκοσμίου επιπέδου (καθ' όλα) αθλητές μας απέδειξαν ότι η διαφορά του χαρακτηρισμού "καλός" από το "σπουδαίος" είναι η διάρκεια και η αγωνιστική συμπεριφορά στους μεγάλους αγώνες.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως θα ήταν τα πράγματα αν ο Λούης Τσάτουμας περνούσε στον τελικό (αφού τα μετάλλια κρίθηκαν λίγο παραπάνω από τα 8μ.) ή αν ο Τσολακίδης προτιμούσε να πραγματοποιήσει το κανονικό του πρόγραμμα και δεν άλλαζε γνώμη κατά τη διάρκεια του αγώνα του ή ακόμα και αν ο Λεμπέσης μπορούσε να κάνει την υπέρβαση και να φέρει ένα μετάλλιο από το πουθενά στην χώρα μας, αφού τα μετάλλια κρίθηκαν λίγο πιο κάτω από τα 85μ. επίδοση που είναι στις δυνατότητές του. Αν το κάναμε όμως θα παραβλέπαμε δύο βασικά ζητήματα:
α) στην Ελλάδα των Μνημονίων η Ολυμπιακή προετοιμασία ήταν το λιγότερο ελλιπής, με ελάχιστες ομοσπονδίες να παίρνουν το μέγιστο από τα (λίγα) χρήματα τα οποία διέθεταν. Δυστυχώς στα χρόνια των παχυών αγελάδων, δεν δημιουργήθηκαν οι σωματειακές υποδομές και το πλάνο για να υπάρχει συνέχεια, με συνέπεια οι αθλητές παγκοσμίου επιπέδου που διαθέτουμε σήμερα να είναι είτε οι "βετεράνοι" της Ολυμπιακής φουρνιάς του 2004 (βλ. Ηλιάδης, Νικολαϊδης, Γιαννιώτης, Μάρας) είτε αποτέλεσμα της δουλειάς που γίνεται σήμερα από λίγες (και πολύ συγκεκριμένες) ομοσπονδίες (βλ. κωπηλασία). Πως είναι δυνατόν να μην υπάρχει "τρακ" από αθλητές όταν η πρώτη τους συμμετοχή σε μεγάλους αγώνες γίνονται σε Πανευρωπαϊκά Πρωταθλήματα ή Ολυμπιακούς Αγώνες; Χωρίς να υπάρχει επιστημονική υποστήριξη ή προετοιμασία στις συνθήκες των Αγώνων; Οι ευθύνες βέβαια γι' αυτό ανήκουν και τόσο στην πολιτεία (που δεν χρηματοδοτεί), όσο και στις ομοσπονδίες που αντί να εκμεταλλεύονται προς όφελος του αθλήματός τους τις επιχορηγήσεις, όλα αυτά τα χρόνια, χρησιμοποιούσαν τη θέση τους ως πηγή δωρεάν ταξιδιών και προσωπικής προβολής, χωρίς οι περισσότεροι να κάνουν το αυτονόητο δηλ. να μειώσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και ν' αναζητήσουν χορηγούς.
β) η χώρα μας πλέον δεν τυγχάνει καμίας "προστασίας" και "κάλυψης", ούτε από πλευράς κριτών και διαιτητών, αλλά ούτε από πλευράς διοργανωτών και διεθνών ομοσπονδιών. Αυτό το είδαμε στα κορίτσια του ανσάμπλ (με την εμφανώς χαμηλή βαθμολογία τους στον προκριματικό), στην αντιμετώπιση της Μπουκουβάλα στο τζούντο (με τις "δαγκωματιές" της αντιπάλου της που πέρασαν ατιμώρητες), στην περίπτωση του Τσάτουμα στο μήκος (άσχετα αν η επίδοσή του δεν τον έφερνε στον τελικό) κ.ο.κ. Το είδαμε και στα προ-ολυμπιακά με την περίπτωση της ομάδας μας στο μπάσκετ (με το τραγικό φάουλ που δεν δόθηκε στον καθοριστικό αγώνα με την Νιγηρία) και στο γυναικείο πόλο. Είμαστε παντελώς ανυπολόπηπτοι - πράγμα που στοίχισε και μας στέρησε καλύτερες κατατάξεις και συμμετοχές σε τελικούς ή ακόμα και στους Ολυμπιακούς. Βέβαια αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει ν' αποτελεί δικαιολογία: η κακή προετοιμασία των ομάδων και των αθλητών μας στις περισσότερες περιπτώσεις, οδήγησε στο να υπάρχει εξάρτηση από τρίτους ή/και μη αγωνιστικούς παράγοντες, πράγμα που δεν έπρεπε εξαρχής να συμβαίνει.
Αποτελεί επίσης μια τραγική πραγματικότητα, το ότι η χώρα μας έχει μείνει πίσω από πλευράς "επιστημονικής" κάλυψης. Αυτό δεν είναι τυχαίο βέβαια - οι εποχές που οι ομοσπονδίες είχαν ολόκληρα εργαστήρια και στρατειές ειδικών από πίσω έχουν περάσει, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα οι καλοί δικοί μας (που σε μικρές ηλικίες να θριαμβεύουν σε παγκόσμια ή ευρωπαϊκά πρωταθλήματα) να μένουν μεγαλώνοντας εκτός τελικών και μεταλλίων.
Όμως είναι αλήθεια ότι πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πολλές ομοσπονδίες αντιμετώπισαν την προοπτική των Ολυμπιακών του Λονδίνου, χωρίς πρόγραμμα και στόχους. Δεν είναι π.χ. δυνατόν η ομοσπονδία της γυμναστικής να μην έχει σαφής πλάνο για συμμετοχή πλήρους ομάδας μέσω μιας σοβαρής καθόδου στο σύνθετο ομαδικό στο προηγούμενο παγκόσμιο πρωτάθλημα, ενώ η χώρα έχει 5-6 αθλητές παγκοσμίου επιπέδου, που θα έδινε το δικαίωμα συμμετοχής στους Ολυμπιακούς σε όλους εξ' αυτών. Αντ' αυτού αφέθηκαν να "σφάζονται" για μια θέση και να χάνονται 4 (πολύτιμα) χρόνια μέχρι τους επόμενους... Δεν είναι επίσης δυνατόν να θεωρείται αγγαρεία το Προολυμπιακό τόσο στο μπάσκετ των ανδρών, όσο και στο πόλο των γυναικών ή να μην εκμεταλλευόμαστε μια σπουδαία φουρνιά στις Ελπίδες του ποδοσφαίρου - δίνοντας την εντύπωση ότι θα φτάναμε στο Λονδίνο με το όνομα της "φανέλας" και μόνο...
Το ερώτημα που πρέπει βέβαια ν' απαντήσουμε είναι το εξής: τι αθλητισμό θέλουμε; Μαζικό από τον οποίο θα ξεπεταχθούν λίγοι που θα διεκδικήσουν και θα φέρουν μετάλλια, που όμως παράλληλα θα φέρει χαμηλό ποσοστό καρδιοαγγειακών νοσημάτων και καλή ποιότητα ζωής; Ή αθλητισμό λίγων και καλών που θα μας φέρνουν μετάλλεια σε Παγκόσμια και Ολυμπιακούς; Το ζητούμενο βέβαια είναι συνδυασμός και των δύο. Κακά τα ψέμματα, οι επιτυχίες στον αθλητισμό (ανεξάρτητα με την απαξίωση που υπάρχει πλέον λόγω της σύνδεσης των μεταλλίων με απαγορευμένες ουσίες) προκαλούν θετικές γνώμες για μια χώρα στο εξωτερικό και δημιουργούν ανάταση στο εσωτερικό της. Δυστυχώς όμως στην Ελλάδα του σήμερα δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτα από τα δύο. Με τις επιχορηγήσεις να μειώνονται περαιτέρω και τους τελευταίους των Μοϊκανών (που έχουν την εμπειρία μεγάλων αγώνων και το αθλητικό βάρος που φέρνει επιτυχίες) να βρίσκονται σε ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό αθλητισμό, οι προσδοκίες μας στο μέλλον θα πρέπει να είναι ακόμα μικρότερες.
Και για όσους ζήσαμε τις εποχές του Σίνδεϋ και της Αθήνας, αυτό θα αποτελεί μια ακόμα αφορμή για μελαγχολία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου