Σάββατο 21 Αυγούστου 2021

Να το γιατί απέτυχαν οι Αμερικανοί στο Αφγανιστάν

 

 Η επάνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία του Αφγανιστάν μετά από - υποτίθεται - 20 χρόνια ηττών στα πεδία των μαχών και περίπου 1 τρις δολλαρίων για τη δημιουργία και ενίσχυση ενός σύγχρονου "κράτους" στην χώρα καταδεικνύει το μέγεθος της αποτυχίας των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, σ' ένα πόλεμο που εξαρχής δεν πήγε καλά. Το γιατί συνέβει αυτό, επιχειρεί ν' αναλύσει ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος στο παρακάτω άρθρο:

Η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, η κατάρρευση της κυβέρνησης της Καμπούλ και η επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία (αν και χωρίς ακόμη να έχουν αποσαφηνιστεί οι όροι της) ήρθε να ολοκληρώσει μια σειρά σημαντικών και σε ορισμένες περιπτώσεις τραγικών λαθών της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.

Η υπενθύμισή τους δεν αποτελεί παρελθοντολογία, αλλά αναγκαίο βήμα για να καταλάβουμε τους κινδύνους που προκύπτουν όταν πολιτικές επιλογές γίνονται κοντόθωρα και χωρίς να συνυπολογίζονται όλες οι επιπτώσεις.

Όταν το μόνο που ένοιαζε ήταν να ηττηθεί η ΕΣΣΔ

Με μια έννοια τα προβλήματα ξεκινούν ήδη από την εποχή που οι ΗΠΑ στη δεκαετία του 1980 επέλεξαν να στηρίξουν τους μουτζαχεντίν που αντιστέκονταν στη σοβιετική εισβολή του 1979. Η στήριξη αυτή, που μάλιστα είχε συνοδευτεί από μια ολόκληρη «επικοινωνιακή» προβολή τους ως ηρώων της ελευθερίας, είχε μια στοχοθεσία αμιγώς γεωπολιτική.

Οι ΗΠΑ επιδίωκαν απλώς να αποκτήσει και η ΕΣΣΔ το δικό της Βιετνάμ και ως ένα βαθμό το κατάφεραν. Όμως, την ίδια στιγμή διαμόρφωσαν στο Αφγανιστάν το έδαφος ώστε πολιτικές εκδοχές τύπου Ταλιμπάν, που αναδείχτηκαν μέσα από την αντίσταση στους σοβιετικούς, να αποκτήσουν κύρος, οπλισμό και αργότερα να μπουν σε μια τροχιά να διεκδικήσουν την εξουσία, μετά το τέλος της σοβιετικής παρουσίας, την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και την ανατροπή της κυβέρνησης της Καμπούλ.

Φάνηκε, δηλαδή, ότι οι ΗΠΑ στην πραγματικότητα δεν στάθμισαν τι επιπτώσεις θα είχε ο τρόπος που στήριξαν αυτές τις δυνάμεις και για τον λαό του Αφγανιστάν αλλά και για τη διεθνή σταθερότητα, εάν σκεφτούμε ότι από τα δίκτυα ξένων μαχητών που πολέμησαν στο Αφγανιστάν προέκυψαν και οργανώσεις όπως η Αλ Κάιντα. 

Μια επέμβαση που ξεπέρασε τον αρχικό σχεδιασμό 

Κάποιες φορές ξεχνάμε ότι η επέμβαση στο Αφγανιστάν δεν έγινε αρχικά για να καταληφθεί το Αφγανιστάν. Ο αρχικός στόχος των ΗΠΑ, τουλάχιστον σε επίπεδο διακηρύξεων, ήταν να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτέμβρη του 2001, δηλαδή η Αλ Κάιντα που είχε βάση το Αφγανιστάν. Επέλεξαν να κάνουν επέμβαση για την κατάληψη της χώρας, επειδή οι Ταλιμπάν αρνήθηκαν να παραδώσουν τον Οσάμα Μπιν Λάντεν.  Η γρήγορη κατάληψη των αστικών κέντρων από τους Αμερικανούς και τους συμμάχους σε συνεργασία με τη Βόρεια Συμμαχία που αντιμαχόταν τους Ταλιμπάν φάνηκε να ανοίγει το δρόμο για να μπορέσει το Αφγανιστάν να μπει σε μια τροχιά ανοικοδόμησης.  Όμως, η όλη συνθήκη δεν έπαυε να είναι μια συνθήκη κατοχής. Οι Ταλιμπάν που άντεξαν στην αρχική φάση των επιθέσεων θα αρχίσουν ξανά το αντάρτικό τους. Σε αντίθεση με την ελπίδα των ΗΠΑ ότι τα πράγματα θα τελείωναν σύντομα, η χώρα έμπαινε ξανά στον αστερισμό του πολέμου.  Απέναντι σε αυτό οι ΗΠΑ σταδιακά θα μετατοπιστούν στη στρατηγική της αύξησης της στρατιωτικής παρουσίας τους. Έτσι θα αποφασίσουν να αυξήσουν τη στρατιωτική τους παρουσία το 2009. Η λογική ήταν να μπορέσουν μέσα από την ενίσχυση της παρουσίας τους να τσακίσουν την αντίσταση των Ταλιμπάν και να μπορέσουν να ολοκληρώσουν τη διαδικασία μετάβασης του Αφγανιστάν σε μια δημοκρατική κατεύθυνση. 

 Το αποτέλεσμα ήταν απλώς να παραταθεί το αδιέξοδο. Οι ΗΠΑ να εμπλακούν σε μια παρατεταμένη πολεμική εμπλοκή από την οποία δεν υπήρχε εμφανής διέξοδος και την ίδια στιγμή οι Ταλιμπάν να διατηρούν τις δυνάμεις τους και να πραγματοποιούν επιθέσεις.  Η προσπάθεια να γίνει υπόθεση όλου του ΝΑΤΟ και να διαμορφωθεί μια μεσοπρόθεσμη στρατιωτική παρουσία που θα βοηθούσε τους θεσμούς του Αφγανιστάν να συγκροτηθούν, θα συνέβαλε στην εκπαίδευση και διαμόρφωση αποτελεσματικών αφγανικών ενόπλων δυνάμεων και κάποια στιγμή θα καθιστούσε μη αναγκαία τη ξένη στρατιωτική παρουσία, δεν μπόρεσε να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα.  Η ένοπλη δράση των Ταλιμπάν συνεχιζόταν και ο λαός του Αφγανιστάν συνέχιζε να πληρώνει ακριβό τίμημα σε ζωές, είτε αμάχων, είτε μελών των ένοπλων δυνάμεων και της αστυνομίας.  Ως αποτέλεσμα, οι ΗΠΑ θα αρχίσουν να διαπιστώνουν ότι δεν υπήρχε άλλη λύση από ειρηνευτικές συνομιλίες που να περιλαμβάνουν και τους Ταλιμπάν στην κατεύθυνση της απεμπλοκής από μια αδιέξοδη κατάσταση.  Αποκορύφωμα αυτής της προσπάθειας η συμφωνία που υπέγραψαν στις 29 Φεβρουαρίου 2020 οι ΗΠΑ με τους Ταλιμπάν, που έθετε και τον ορίζοντα της αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων.  Όλα αυτά δείχνουν ότι οι ΗΠΑ δεν εκτίμησαν τα όρια της στρατιωτικής τους επέμβασης και θεώρησαν εσφαλμένα ότι αρκούσε η αύξηση της στρατιωτικής παρουσίας τους για να μπορέσουν να οδηγήσουν τα πράγματα στην ειρήνευση. 

Η λογική ότι μπορούν να διαμορφωθούν θεσμοί «με ξένη βοήθεια»  

Κομμάτι της αμερικανικής παρουσίας όλα αυτά τα χρόνια και η προσπάθεια να οικοδομηθούν δημοκρατικοί θεσμοί στο Αφγανιστάν αλλά και να ανασυγκροτηθούν οι κρατικές δομές και μηχανισμοί. Ξοδεύτηκαν πολλά χρήματα και στην ανάπτυξη θεσμών της κοινωνίας των πολιτών και στην εκπαίδευση κρατικών λειτουργών και στον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των ένοπλων δυνάμεων.  Όμως, όλα αυτά συνδυάστηκαν και με εκτεταμένη διαφθορά και διασπάθιση χρημάτων και θεσμούς που ενίοτε λειτουργούσαν μόνο κατ’ όνομα, ή δεν μπορούσαν να έχουν πραγματική απήχηση σε μια μεγάλη και αντιφατική χώρα όπως είναι το Αφγανιστάν.  Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ενώ υποτίθεται ότι επιτέλους είχαν διαμορφωθεί αποτελεσματικές και αξιόμαχες αφγανικές ένοπλες δυνάμεις, αυτές στην πραγματικότητα δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν χωρίς την αμερικανική υποστήριξη.  Ως αποτέλεσμα, όταν χρειάστηκε να απαντήσουν στην επέλαση των Ταλιμπάν στην τελευταία φάση αυτές κατέρρευσαν με τις μονάδες να προτιμούν να παραδοθούν (παραδίδοντας και τον οπλισμό τους) παρά να συγκρουστούν με τους Ταλιμπάν.  Άλλωστε, ο τρόπος που εγκατέλειψε τη χώρα ο ίδιος ο πρόεδρος του Αφγανιστάν έδειξε τα όρια μιας «πολιτικής τάξης» που στην πραγματικότητα δεν εκπροσωπούσε τη χώρα και διαμόρφωνε ένα πραγματικό κενό εξουσίας. Αυτό ακριβώς έδειχνε και τα όρια της όποιας ανασυγκρότησης θεσμών στο Αφγανιστάν.

Μια αποχώρηση που θα άφηνε πίσω χάος  

Στο τέλος οι ΗΠΑ κινήθηκαν κατά βάση με το κριτήριο να ολοκληρώσουν την αποχώρησή τους παρά με το τι θα γινόταν στη χώρα.  Ο Μπάιντεν είχε πάρει ούτως ή άλλως την απόφασή του, γιατί ήθελε να εξασφαλίσει την απεμπλοκή των ΗΠΑ από τις κοστοβόρες στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ και να επικεντρώσει στον βασικό του στόχο που είναι η οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση των ΗΠΑ.  Μόνο που η αποχώρηση χωρίς εξασφάλιση ότι δεν θα δημιουργείτο χάος στο ίδιο το Αφγανιστάν, χωρίς φροντίδα να ολοκληρωθούν οι πολιτικές διαδικασίες και η διαμόρφωση της επόμενης κυβέρνησης, που ούτως ή άλλως θα έπρεπε να περιλαμβάνει τους Ταλιμπάν, πριν την αποχώρηση των ξένων δυνάμεων, συνολικά χωρίς κάποια πρόνοια ή σχέδιο για το πώς θα πήγαιναν τα πράγματα την επόμενη μέρα, ήταν ουσιαστικά μια ανεύθυνη επιλογή που οδήγησε στην πρόωρη κατάρρευση της κυβέρνησης στην Καμπούλ και μια κατάληψη της πρωτεύουσας και ουσιαστικά της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, με μια ευκολία που ούτε οι ίδιοι δεν περίμεναν.  Ουσιαστικά, άλλο ένα λάθος σε μια αλυσίδα στρατηγικών σφαλμάτων.