Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

Εξελίξεις στο θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων...

Η υπόθεση της διεκδίκησης των Γερμανικών αποζημιώσεων έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον  - ακόμα και τη σημερινή περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζεται πλήρως παραδομένος και μεταλλαγμένος. Πρώτον γιατί ήταν από τα ζητήματα εκείνα που o ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποίησε κατά κόρον ως ένδειξη εθνο-προδοσίας των πρώτων μετα-μνημονιακών κυβερνήσεων, δεύτερον γιατί ήταν ένα από τα ζητήματα τα οποία τα έθεσε ιδιαίτερα έντονα ως ένδειξη ότι είναι ένα κόμμα "πατριωτικό" και τρίτον γιατί το συγκεκριμένο ζήτημα ήταν η αιτία να κρατήσει κοντά του στην αρχή προσωπικότητες όπως ο Μανόλης Γλέζος και ο Μίκης Θεοδωράκης. Με σειρά δημοσιευμάτων μάλιστα στον φίλα προσκείμενο τύπο (δείτε για παράδειγμα εδώ το εξαιρετικό άρθρο του Ν. Τζανετάκου από την "Ελευθεροτυπία" για τις μεθόδους διεκδίκησης που θα μπορούσε ν' ακολουθήσει η χώρα μας) κράτησε το θέμα στην επικαιρότητα, σε περιόδους οι μνημονιακές κυβερνήσεις θα προτιμούσαν να ξεχαστεί...

Όμως τα χρόνια πέρασαν, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση, ο Γλέζος και ο Θεοδωράκης απομακρύνθηκαν (μαζί με την Κωνσταντοπούλου, την πρώτη Πρόεδρο της Βουλής επί ΣΥΡΙΖΑ) και η υπόθεση μπήκε στην εφεδρεία...Ο Τσίπρας περιόδευσε πολλές φορές ανά την Ευρώπη αλλά ποτέ το θέμα δεν τέθηκε επισταμένως και δημοσίως...
Παρόλα αυτά, ήταν γραμμένο να έρθει η ώρα ν' ανακινηθεί για μια ακόμα φορά το συγκεκριμένο θέμα. Γιατί θα ερχόταν η ώρα των εκλογών. Και με τον ΣΥΡΙΖΑ πιεσμένο από την μειοδοτική Συμφωνία των Πρεσπών και τις δυσάρεστες εξελίξεις στο Νοτιοανατολικό Αιγαίο, υπάρχει η ανάγκη να έρθει στο προσκήνιο ένα ζήτημα που πονάει πραγματικά το λαό, και για το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δώσει "ρέστα" στο παρελθόν.
Έτσι το πόρισμα της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής (που έκανε σχεδόν 4 χρόνια για να ολοκληρώσει το έργο της) έρχεται στη σωστή χρονική στιγμή να δώσει μια "εθνικο-ανυψωτική" ανάσα στην κυβέρνηση. Το πόρισμα αυτό περιγράφει σε 190 σελίδες ο οδικός άξονας των πρωτοβουλιών που θα πρέπει ν' αναληφθούν τόσο σε διπλωματικό, όσο και σε νομικό επίπεδο. Παράλληλα δε περιγράφονται, στοιχειοθετημένα, το σύνολο των ελληνικών απαιτήσεων που ανέρχονται σε 171 δις ευρώ, στα οποία προστίθενται 10 δις ευρώ για το Κατοχικό δάνειο, 34 δις ευρώ για αποθετικές ζημίες και 54 δις ευρώ για μείωση παραγόμενου προϊόντος.
Όμως πλέον δεν υπάρχει Γλέζος, δεν υπάρχει ο καθηγητής Περράκης και όλη εκείνη η έμπειρη ομάδα που κουβάλησε στις πλάτες της το ζήτημα τις εποχές που κανείς στη βασική πολιτική σκηνή δεν ήθελε ν' ασχοληθεί μ' αυτό.
Αλλά προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τους έχει ανάγκη - και ο λόγος είναι απλός: Δεν έχει καμία όρεξη να προχωρήσει ουσιαστικά το θέμα. Αντίθετα έχει κάθε διάθεση να καθυστερήσει περαιτέρω την προώθησή του μέχρι να γίνουν οι εκλογές, να τις χάσει και να μπορέσει ύστερα να κατηγορήσει (με την ησυχία του) την επόμενη κυβέρνηση ότι "πήρε μια ώριμη υπόθεση και την έθεσε ουσιαστικά στο αρχείο".
Αυτό δεν το γράφουμε γιατί είμαστε κακεντρεχείς. Αλλά γιατί μαθαίνουμε (από το ρεπορτάζ της έγκριτης εφημερίδας "Real News") το πως προτίθεται η κυβέρνηση να προχωρήσει την υπόθεση.
Και εξηγούμαστε:
1) Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Γιώργου Λυκουρέντζου, το πρώτο βήμα της κυβέρνησης θα είναι η "επανεκτίμηση του ύψους των απαιτήσεων" αφού σύμφωνα με "υψηλόβαθμους αξιωματούχους" οι απαιτήσεις του πορίσματος δεν είναι "ρεαλιστικές". Δηλαδή με λίγα λόγια, η κυβέρνηση δια μέσου της Βουλής όρισε μια επιτροπή, η οποία αφού στηρίχθηκε σε δουλειά προηγούμενων επιτροπών (αφού το θέμα είναι ανοιχτό εδώ και 70 χρόνια κοντά), έβγαλε ένα πόρισμα το οποίο κατά την κυβέρνηση θέτει "παράλογες απαιτήσεις" οι οποίες πρέπει να επαναπροσδιοριστούν. Το (πρώτο) εύλογο ερώτημα επομένως είναι το εξής: μήπως έτσι η κυβέρνηση αναιρεί το έργο της επιτροπής (στο οποίο θα στηριχθούν οι όποιες διεκδικήσεις υπάρξουν), βάζοντας σε κίνδυνο την όποια νομική διεκδίκηση υπάρξει; Ποιος θα πάρει σοβαρά το πόρισμα μιας επιτροπής της Βουλής, την οποία αμφισβητεί η ίδια η κυβέρνηση της χώρας στην οποία λειτουργεί;
2) Η κυβέρνηση προτίθεται να συστήσει "Επιτροπή Προώθησης της Διεκδίκησης" σε διεθνές επίπεδο.. Αυτή θ' αποτελείται από "βουλευτές, δικαστικούς λειτουργούς, διεθνολόγους, ιστορικούς" και ούτω καθεξής. Να υποθέσουμε ότι θ' αντλήσουμε από την εμπειρία των αντίστοιχων επιτροπών για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ή της Διαγραφής του Χρέους; Καινούργια έξοδα για να πετύχουμε τι; Υπάρχει περίπτωση καμία (άλλη) χώρα να πάει στην Γερμανία και να την υποχρεώσει να πληρώσει τα χρωστούμενα; Ας είμαστε σοβαροί. Εδώ δεν καταφέραμε να φέρουμε πίσω τα Μάρμαρα του Παρθενώνα για τα οποία είχαμε τη στήριξη διεθνών οργανισμών όπως αυτή της Unesco καθώς και της κοινής γνώμης της Μεγάλης Βρετανίας.

Η κυβέρνηση όμως δε θα μείνει εκεί. Θα προσπαθήσει "ν' αναγνώσει νομικά" τις αποφάσεις των παρεμφερών υποθέσεων του 2012 του Διεθνούς δικαστηρίου της Χάγης και του 2014 του Συνταγματικού δικαστηρίου της Ιταλίας και θα προχωρήσει στην εκπόνηση "πορισμάτων", ενώ στη συνέχεια θα διοργανώσει "διεθνή συνέδρια" για το θέμα. Δηλαδή με λίγα λόγια η χώρα μας (και ο ΣΥΡΙΖΑ) 7 χρόνια μετά από την μία απόφαση και 5 από τη δεύτερη δεν έχει βρει ακόμα το χρόνο να κάτσει να "διαβάσει" τις αποφάσεις και να δει πως επηρεάζουν τις όποιες νομικές διεκδικήσεις έχουμε. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών και του Υπουργείου Δικαιοσύνης τι κάνουν αλήθεια τόσα χρόνια; Και άντε και βρήκαν χρόνο και τα διάβασαν και εκπόνησαν και τις μελέτες. Ποιος ο λόγος να πληρώσει η Βουλή νέες επιτροπές και τη διοργάνωση συνεδρίων; Πως θα βοηθήσει περισσότερο την επίτευξη του στόχου της χώρας μας; Αν θέλει γνώμες η κυβέρνηση, υπάρχουν έμπειροι νομικοί από το εξωτερικό που θα μπορέσουν να δώσουν σχετικές γνώμες - θα τους πάρει λιγότερο χρόνο, ενώ ίσως κοστίσει και λιγότερο...

Το πράγμα όμως έχει και συνέχεια. Η κυβέρνηση προτίθεται να στείλει κοινοβουλευτικές "αποστολές" στο εξωτερικό, ώστε να προωθηθεί η υπόθεση. Θα στείλουμε δηλαδή τον Κουράκη, τον Βούτση, τον Ταχιάο και την Παπακώστα να περιοδεύσουν τον κόσμο για να μας πει η Μάλτα και η Κύπρος ότι μας υποστηρίζουν; Και αυτό θα βοηθήσει με ποιο ακριβώς τρόπο το δίκαιο αγώνα μας; Αφού νομικά η υποστήριξη δεν έχει κανένα ουσιαστικό αντίκτυπο, δεδομένου μάλιστα ότι τα διεθνή δικαστήρια δε λειτουργούν υπό το καθεστώς πίεσης, αλλά νομικών επιχειρημάτων... Άρα μυριζόμαστε τζάμπα ταξίδια για ορισμένους, απλώς και μόνο για λέει η κυβέρνηση και η Βουλή ότι το θέμα "παραμένει" ανοιχτό...

Βέβαια για να είμαστε δίκαιοι, πέραν ορισμένων φαιδρών προτάσεων (όπως αυτό της επανασύστασης του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου - λες και θα βρουν κανένα ζωντανό στα 2019 και της επικύρωσης μιας οδηγίας του ΟΗΕ για τη μη παραγραφή των Εγκλημάτων Πολέμου που ψηφίστηκε από τον ΟΗΕ το 1968), υπάρχει και μια σαφής και δίκαιη πρόταση: αυτή της προσφυγής στα διεθνή δικαστήρια.

Προφανώς αυτή είναι και η μόνη που χρήζει σοβαρής αντιμετώπισης. Η χώρα μας περίμενε αρκετά την Γερμανία για να "πληρώσει" το χρέος της. Αυτή όχι μόνο δεν το έκανε αλλά θεωρεί το θέμα "λήξαν" - γιατί τη συμφέρει. Προφανώς και νομικά η άρνηση της Γερμανίας δεν έχει σημασία (έχουμε εξηγήσει εδώ αναλυτικά το γιατί). Θα ήταν καλύτερο, λιγότερο χρονοβόρο και πιο έντιμο από μέρους τους, αν η στάση των Γερμανών ήταν διαφορετική. Δεν είναι όμως και επομένως ο μόνος δρόμος είναι η δικαστική προσφυγή. Έχουμε τα πορίσματα των επιτροπών, υπάρχουν μελέτες για τα επιχειρήματα που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε, η σχετική προετοιμασία και εμπειρία υπάρχει, ενώ υπάρχουν και εξιδικευμένα γραφεία στο εξωτερικό που μπορούν να βοηθήσουν (αν χρειαστεί).

Ας τελειώνουμε επομένως και ας μην αφήσουμε άλλη μια γενιά να περιμένει τη δικαίωση...
(το παρακάτω σκίτσο είναι του Μποστ - από τα 1960. Παραμένει επίκαιρο. Όπως αναφέρει και το ιστολόγιο "Αριστερή Διέξοδος", ο Μποστ παρουσιάζει τον Φραντς Γιόζεφ Στράους, τον τότε γνωστό δεξιό Βαυαρό πολιτικό και αρχηγό του κόμματος CSU, με μια σακούλα γεμάτη μάρκα, ενώ μπροστά στο Αψιλίας μέλαθρον (που θυμίζει την παράγκα του Καραγκιόζη) τον υποδέχονται, βλοσυροί, η μαμα-Ελλάς με το σπασμένο δόρυ της, και ο «ένας αλλά Πειναλέων» γιος της. «Δεή δεή χρημάτων» φωνάζει η μαμα-Ελλάς, που είναι ίσως υπαινιγμός για χρηματοδότηση της ΔΕΗ από γερμανικά δάνεια. Σημειώνεται ότι ο Στράους ήταν υπουργός Άμυνας της τότε Δυτικής Γερμανίας και γι’ αυτό φέρνει εκείνος τις πολεμικές αποζημιώσεις (και όχι ο υπουργός Οικονομικών Λ. Έρχαρτ).

Δεν υπάρχουν σχόλια: