Tο κλείσιμο της εταιρείας "Γιούλα", της τελευταίας υαλουργίας στην Ελλάδα, φαίνεται πως δεν έχει επιστροφή. Τόσο η ανακοίνωση της πορτογαλικής εταιρείας μητρικής εταιρείας BA Glass (που αναφέρεται σε δυσθεώρητο ενεργειακό κόστος) όσο και η αδυναμία της κυβέρνησης να παρέμβει για να κρατήσει το εργοστάσιο στο Αιγάλεω ανοιχτό (πράγμα καθόλου παράδοξο δεδομένου ότι παραδοσιακά οι ελληνικές κυβερνήσεις τα τελευταία 20 χρόνια ΔΕΝ παρεμβαίνουν σε τέτοιες περιπτώσεις όπως εξάλλου συνέβη και με τις εταιρείες "Πίτσος" και "Sprider"), επιβεβαιώνουν το οριστικό λουκέτο. Η δε "Ελαϊς" τελευταία στιγμή γλύτωσε το "φούντο", λόγω εξαγοράς.
Το παράδοξο με την ξαφνική απόφαση του μητρικού ομίλου είναι ότι στο τελευταίο δημοσιευμένο οικονομικό report επισημαίνεται πως το 2022 υπήρξε «σημαντική βελτίωση» στη λειτουργία του ελληνικού εργοστασίου, ενώ δεν γίνεται καμιά αναφορά σε ζημιές. Με βάση τον ισολογισμό της Γιούλα, επισήμως ΒΑ Υαλουργία Ελλάδας Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία, η εταιρεία είχε το 2022 κύκλο εργασιών 60,795 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 45,5% σε σχέση το 2021 (41,768 εκατ. ευρώ), ενώ στην τελευταία γραμμή «έγραψε» ζημιές προ φόρων 239 χιλ. ευρώ, από ζημιές 2,163 εκατ. ευρώ. Οι συσσωρευμένες της ζημιές στις 7 χρήσεις από τη σύστασή της, δηλαδή από το 2016 που άλλαξε χέρια, είχαν φτάσει τα 7,47 εκατ. ευρώ. Παράλληλα η εταιρεία εμφάνιζε αρνητικά ίδια κεφάλαια ύψους 562 χιλ. ευρώ. Κάτι που επισημαίνει και ο ορκωτός ελεγκτής (ΕΥ). Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με όσα αναφέρονται στις οικονομικές καταστάσεις, η διοίκηση της ΒΑ Υαλουργία Ελλάδας διαβεβαίωνε ότι είχε λάβει δέσμευση από τον μητρικό για οικονομική ενίσχυση μέσα στους επόμενους 12 μήνες, ενώ δήλωνε συγκρατημένα αισιόδοξη για το 2023. Προφανώς ο πορτογαλικός κολοσσός - ιδιοκτήτης της εταιρείας προτίμησε να ΜΗΝ πληρώσει και να κλείσει την εταιρεία.
«Μάλιστα, για να προχωρήσει γρήγορα στην εκκαθάριση, πρότεινε στους εργαζομένους τη διπλάσια αποζημίωση από τη νόμιμη, ώστε να υπογράψουν οικειοθελείς αποχωρήσεις, μένοντας όμως εκτός ταμείου ανεργίας» αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΓΣΕΕ.
Η "Γιούλα" πάντως εξαφανίζεται, παίρνοντας μαζί της μια μεγάλη ιστορία... Ενας μικρός φούρνος και η παραδοσιακή «μαστοριά» δύο αδελφών, του Κυριάκου και του Γιάννη Βουλγαράκη, αυτό ήταν η "Γιούλα" πριν από 77 χρόνια όταν ιδρύθηκε στη Νίκαια, παίρνοντας το όνομα της μητέρας των δύο ιδιοκτητών. Τότε η "Γιούλα" ήταν μια από τις 50 (!!!) συνολικά επιχειρήσεις που ασχολούνταν με την παραγωγή χειροποίητου φυσητού γυαλιού στην Ελλάδα. Για να εξελιχθεί σε ένα από τα βαριά ονόματα της παραδοσιακής ελληνικής βιομηχανίας χρειάστηκαν περίπου 40 χρόνια και αρκετές επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό. Ακριβώς μισό αιώνα από την ίδρυση της εταιρείας και αφού η οικογένεια Βουλγαράκη είχε εξαγοράσει την υαλουργία Κρόνος, γνωστή για τα ποτήρια και τα τασάκια της, η "Γιούλα" επεκτείνεται στα Βαλκάνια. Πρώτα εξαγοράζει τη βουλγαρική εταιρεία STIND AD το 1997 και έναν χρόνο μετά το εργοστάσιο DRUJBA AD που εδρεύει στη Φιλιππούπολη. Το 2000 στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας εισέρχεται η Global Finance, ενώ το 2003 πραγματοποιείται η εξαγορά της STIROM SA στη Ρουμανία, με ένα από τα μεγαλύτερα εργοστάσια παραγωγής γυαλιού στην περιοχή. Το 2005 εξαγοράζεται η ουκρανική BIOMEDSKLO που ειδικεύεται στην παραγωγή γυάλινων περιεκτών αλλά και φαρμακευτικού γυαλιού, ενώ λίγους μήνες μετά αποκτάται η επίσης ουκρανική BUCHA GLASSWORKS. Λίγο πριν από την πώλησή της το 2016 στους Πορτογάλους, η "Γιούλα" διέθετε 6 εταιρείες σε Ελλάδα, Βουλγαρία, Ρουμανία και Ουκρανία, 7 μονάδες παραγωγής με 15 κλιβάνους τήξεως γυαλιού και 49 γραμμές σχηματοδότησης προϊόντων οι οποίες παρήγαγαν ετησίως πάνω από 2 δισ. τεμάχια προϊόντων συσκευασίας, 125 εκατ. τεμάχια επιτραπέζιων προϊόντων, 52.000 τόνους φαρμακευτικό γυαλί και 650.000 τ.μ. διακοσμητικό γυαλί.
Εκεί κάπου άρχισαν τα προβλήματα με τους ιδιοκτήτες να κρατούν το εργοστάσιο της Ουκρανίας και να συνεχίζουν να δραστηριοποίηση τους εκεί και τους Πορτογάλους να συνεχίζουν (με τα σημερινά αποτελέσματα)...
Είναι κρίμα που η εταιρεία δεν τα κατάφερε, σε αντίθεση με τις παρακάτω εταιρείες στις οποίες δόθηκε, έστω και την τελευταία στιγμή, μια δεύτερη ευκαιρία:
Creta Farms
H Creta Farms βρέθηκε να κλυδωνίζεται το 2019 από σοβαρά οικονομικά προβλήματα αλλά και τη σφοδρή διαμάχη μεταξύ των δύο τότε μεγαλομετόχων της, των αδελφών Κωνσταντίνου και Μάνου Δομαζάκη. Με τον ενδοοικογενειακό εμφύλιο να μαίνεται, η Creta Farms βρέθηκε πολύ κοντά στο σημείο μηδέν. Η παραγωγή συρρικνωνόταν κάθε εβδομάδα που περνούσε και τα αποθέματα τελείωναν. Σε συνέντευξη τύπου τότε, ο Κωνσταντίνος Δομαζάκης είχε εκτιμήσει μάλιστα ότι «η Creta Farms δεν θα μπορούσε να αντέξει για περισσότερο από 15 ημέρες καθώς ήδη γινόταν ορατή η έλλειψη επώνυμων προϊόντων στα σούπερ μάρκετ αλλά και κρέατος που προμήθευε η εταιρεία στις τουριστικές περιοχές της Κρήτης. To 2020, η Creta Farms περνάει στα χέρια του Δημήτρη Βιτζηλαίου μέσω του oμίλου Bella Bulgaria και της Ιmpala Invest σε μια προσπάθεια η κρητική βιομηχανία να γλιτώσει από τον αλληλοσπαραγμό των αδελφών Δομαζάκη. Στη νέα εποχή που ξεκίνησε τότε, η εταιρεία όχι μόνο κατάφερε να ξαναβρεί τον βηματισμό της αλλά σήμερα να έχει επιστρέψει στις πρώτες θέσεις της αγοράς αλλαντικών.
Η ΗΒΗ
Το εργοστάσιο της Pepsico HBH στο Λουτράκι κατέβασε ρολά τον Ιανουάριο του 2013, λόγω των σημαντικών οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπισε η αμερικανική πολυεθνική στην ελληνική αγορά, απολύοντας και τους τελευταίους εργαζομένους. Mετά το λουκέτο είχαν κατατεθεί διάφορες επενδυτικές προτάσεις που αφορούσαν κυρίως την μετατροπή του κτιρίου σε εμπορικό κέντρο. Το εργοστάσιο στο Λουτράκι Κορινθίας εμφιάλωνε το φυσικό μεταλλικό νερό ΗΒΗ-Λουτράκι και θεωρούνταν μια από τις πιο σύγχρονες μονάδες εμφιάλωσης στην Ελλάδα. Πέρασαν 10 ολόκληρα χρόνια αδράνειας, για να πάρουν ξανά μπρος οι μηχανές του εμβληματικού εργοστασίου εμφιάλωσης της PepsiCo στο Λουτράκι. Η παραγωγική μονάδα στο Λουτράκι, απέκτησε ξανά ζωή μετά τη στρατηγική συνεργασία της PepsiCo Hellas με τη N.U. AQUA. Βασικός πυρήνας της συνεργασίας ήταν η επαναλειτουργία της μονάδας παραγωγής και εμφιάλωσης φυσικού μεταλλικού νερού Λουτρακίου Κορινθίας, σε μια επένδυση ύψους 20 εκατ. ευρώ, η οποία στην πλήρη ανάπτυξή της θα ξεπεράσει τα 55 εκατ. ευρώ.
Το οινοποιείο Μπουτάρης
Η οινοποιία Μπουτάρη ταλαιπωρούνταν την προηγούμενη δεκαετία από τα ανυπέρβλητα οικονομικά προβλήματα.Δεν ήταν λίγες οι φορές, που περιουσιακά στοιχεία της βορειοελλαδίτικης εταιρείας με την ιστορία των 140 ετών βρέθηκαν στη πόρτα του πλειστηριασμού και σώθηκαν την τελευταία στιγμή. Το 2022 ήρθε η διάσωση της ιστορικής οινοποιίας Μπουτάρης Α.Ε., η οποία μέχρι την εμφάνιση των Ελληνοσουηδών επιχειρηματιών του Ηλία και Θωμά Γεωργιάδη, βρισκόταν μεταξύ σφύρας και άκμονος. Ο οινοποιός – επιχειρηματίας Κωνσταντίνος Μπουτάρης έχει πλέον την τιμητική θέση συμβούλου στη νέα εταιρεία και την επιχείρηση την τρέχει ο Θωμάς Γεωργιάδης, ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος. Υπενθυμίζεται πως σε υλοποίηση της από 22/8/2022 δικαστικής απόφασης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης για την Μπουτάρης καθώς και για την θυγατρική της «Ι. Μπουτάρης & Υιός Οινοποιητκή Α.Ε.» η ιδιοκτησία των πέντε οινοποιείων εμβαδού 15.660 τ.μ., καθώς και των πέντε αμπελώνων, έκτασης 633 στρεμμάτων έχει περάσει στην Premia Properties, η οποία εκμισθώνει τις εγκαταστάσεις στη νεοϊδρυθείσα εταιρεία Μπουτάρη Οινοποιητική.
Η ΑΓΝΟ
Από το 1950 στη Θεσσαλονίκη έως και το 1999, οπότε και τέθηκε υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης – η Αγνό ήταν μια από τις εταιρείες που κατείχε σημαντική θέση στον κλάδο του γάλακτος Το 1997 η εταιρεία είχε πωλήσεις 19 δισ. δραχμών και χρέη ύψους 23 δισ. δραχμών προς την Αγροτική Τράπεζα. Έτσι, δύο χρόνια μετά μπήκε υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης. Η εταιρεία περνά στα χέρια της Αγροτικής Τράπεζας το 2000 και το 2003 ύστερα από έναν περιπετειώδη διαγωνισμό, η εταιρεία έρχεται στα χέρια της εταιρείας Κολιός Α.Ε. Η διάσωση της ΑΓΝΟ όμως δεν είχε την πορεία που αναμενόταν .Από τον Αύγουστο του 2012 η ΑΓΝΟ άρχισε να μην ανταποκρίνεται στις οικονομικές της υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών της. Ήταν Δεκέμβριος του 2014, όταν η ΑΓΝΟ έβαλε τελικά λουκέτο. Έκτοτε επιχειρήθηκε αρκετές φορές η εκποίηση των εγκαταστάσεων και των σημάτων της. Στην τελευταία προσπάθεια, οι εγκαταστάσεις της ΑΓΝΟ καθώς και το σύνολο των εμπορικών σημάτων της αποκτήθηκαν από τον Όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία με το τίμημα να φτάνει περίπου τα 7,7 εκατ. ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου