Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2018

Ελλάδα - ο παράδεισος της πολιτικής ανοησίας

Ακούγεται έντονα το τελευταίο καιρό ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα καταθέσει πρόταση μομφής ενάντια της κυβέρνησης με αφορμή το Σκοπιανό και την αποτυχία των Σκοπιανών να "διευθυτήσουν" το ζήτημα με το πρόσφατο αποτυχημένο δημοψήφισμα. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να γίνει άμεσα (δεδομένου ότι η προηγούμενη πρόταση μομφής είχε γίνει τον Ιούνιο), οπότε θα χρειαστεί να περιμένουμε λίγο, μέχρι να δούμε πάλι τους πατέρες του έθνους να ξυφουλκούν...

Είναι απορίας άξιον βέβαια το να μάθουμε το που πραγματικά αποσκοπεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή το ποιος τον συμβουλεύει ότι μια τέτοια κίνηση είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να προσφέρει ο ίδιος πολιτικά στον τόπο.

Στην πραγματικότητα, και όπως έχει δείξει η μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία, το μόνο πράγμα που καταφέρνει κανείς με τέτοιες κινήσεις είναι να ενισχυθεί η κυβέρνηση, αφού παρατηρούνται "αυτόματα αντανακλαστικά" τόσο από πλευράς βουλευτών, όσο και από πλευράς οπαδών...

Αν ήθελε ο Κυριάκος ν' αφήσει το στίγμα του θα μπορούσε να κάνει τέσσερα - απλά - πράγματα: 1ον) να τονίσει ότι θεωρεί τη συμφωνία άκυρη και πως μια τέτοια κίνηση θα πρέπει να νομοποιηθεί από τα 2/3 της Βουλής ή από το λαό, με απευθείας δημοψήφισμα. Να παρουσιάσει με νομικά επιχειρήματα πως θα καταστήσει άκυρη τη συμφωνία αν αυτή ψηφιστεί. 2) Να δημιουργήσει νομικά προσκόμματα ώστε αυτή να μην έλθει στην Βουλή στην παρούσα σύνθεσή της. 3) Να ζητήσει εκλογές με αφορμή την συμφωνία και 4) να εξηγήσει στον κόσμο (και τους Ευρωπαίους συμμάχους του) το γιατί διαφωνεί με τη συμφωνία και τι αλλαγές χρειάζονται ώστε να γίνει αποδεκτή.

Από τα 4 αυτά πράγματα έχει πραγματοποιήσει (αρκετά αναιμικά όμως) μόνο το 3ο. Αντίθετα έχοντας πραγματοποιήσει το λάθος του Ιουνίου (όπου με την πρόταση μομφής έδωσε πολιτική ζωή αρκετών μηνών στην κυβέρνηση), και αντί να μάθει από το προηγούμενο λάθος του, ετοιμάζεται να επαναλάβει το ίδιο. Έτσι θ' αναλώσουμε τους επόμενους δύο μήνες (και κάτι) ασχολούμενοι με κινήσεις εντυπωσιασμού και έλλειψη ουσίας. 

Ότι γίνεται δηλαδή εδώ και χρόνια στην χώρα μας. Δεν είναι τυχαίο πως από τις προτάσεις μομφής που έχουν γίνει μεταπολιτευτικά στην χώρα μας, ελάχιστες είχαν σοβαρό λόγο, που επιζητούσε το "κάτι παραπάνω" από το συνήθη κοινοβουλευτικό έλεγχο.

Σε αντίθεση με τον Κυριάκο, ο Αλέξης αποδεικνύει ότι δεν έχει πρόβλημα να χρησιμοποιήσει τακτικές του παρελθόντος και είναι έτοιμος ν' αποδεχτεί το πολιτικό δώρο του αντιπάλου του. Πολιτικοί κύκλοι του Μαξίμου αναφέρουν ότι ο Αλέξης είναι έτοιμος να μετατρέψει την πρόταση μομφής σε ψήφο εμπιστοσύνης, κινώντας πρώτος τη διαδικασία. Ο στόχος διπλός: να εμφανιστεί ενισχυμένος και να "εξαναγκάσει" τους παρέχοντες ψήφο εμπιστοσύνης να ψηφίσουν και την Συμφωνία αφού τα δύο αυτά θα "συνδυαστούν" με κάποιο μαγικό τρόπο (απ' αυτούς που μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να χρησιμοποιεί). 

Μ' αυτά και μ' αυτά θα συνεχίσουμε να ζούμε στον παράδεισο της πολιτικής ανοησίας, όπου κανείς από τους δύο εν δυνάμει Πρωθυπουργούς δεν μπορεί να δώσει έστω και ένα μικρό ψίγμα ελπίδας στον κόσμο...

Και λίγη πολιτική ιστορία...

Καταρχήν ας εξηγήσουμε το πως λειτουργεί το σύστημα: Την πρόταση μομφής (ή δυσπιστίας όπως λέγεται "σωστά") εισάγει με αίτησή της στον Πρόεδρο της Βουλής η Αντιπολίτευση και πρέπει να είναι υπογεγραμμένη από τουλάχιστον 50 βουλευτές. Μετά την υποβολή της πρότασης δυσπιστίας, η Βουλή διακόπτει τις εργασίες, εκτός αν η κυβέρνηση ζητήσει να αρχίσει αμέσως η σχετική συζήτηση, που πρέπει να περατωθεί το αργότερο τη δωδεκάτη νυκτερινή της τρίτης ημέρας από την έναρξή της, με ονομαστική ψηφοφορία. Η πρόταση δυσπιστίας γίνεται δεκτή μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των Βουλευτών, δηλαδή να συγκεντρώσει τουλάχιστον 151 ψήφους. Νέα πρόταση δυσπιστίας μπορεί να υποβληθεί μόνο με την πάροδο εξαμήνου από την απόρριψη της προηγούμενης, εκτός αν υπογράφεται από την πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Αν πρόταση δυσπιστίας γίνει δεκτή, η κυβέρνηση χάνει τη «δεδηλωμένη» και οφείλει να υποβάλλει την παραίτησή της, όπως και κάθε υπουργός εναντίον του οποίου υποβλήθηκε πρόταση δυσπιστίας και έγινε δεκτή. 

Η κοινοβουλευτική ιστορία της μεταπολίτευσης έχει δείξει ότι καμία κυβέρνηση δεν «έπεσε» από πρόταση δυσπιστίας. Σε στενή συνάφεια με την πρόταση δυσπιστίας είναι η πρόταση εμπιστοσύνης (άρθρο 84 του Συντάγματος και άρθρο 141 του Κανονισμού της Βουλής). Τη ζητά η κυβέρνηση από τη Βουλή και για να γίνει δεκτή χρειάζεται την έγκριση της απόλυτης πλειοψηφίας των παρόντων βουλευτών, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δύο πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών.
 
Οι προτάσεις δυσπιστίας που έχουν υποβληθεί κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης είναι οι εξής έντεκα τον αριθμό: 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης Παπανδρέου (4-7 Ιουνίου 1988):
Στις 4 Ιουνίου 1988 ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, κατέθεσε την πρώτη πρόταση δυσπιστίας μετά τη Μεταπολίτευση κατά της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου για την εξωτερική πολιτική και την οικονομία. Μετά από τριήμερη σκληρή μάχη στη Βουλή (5-7 Ιουνίου), η πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης απορρίφθηκε με ψήφους 123 «υπέρ» και 157 «κατά». 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης Παπανδρέου (11-13 Μαρτίου 1989): Στις 11 Μαρτίου 1989 ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου, σχετικά με το σκάνδαλο Κοσκωτά. Η πρόταση δυσπιστίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης απορρίφθηκε με ψήφους 123 «υπέρ» και 155 «κατά». 19 βουλευτές απείχαν της ψηφοφορίας, ενώ ένας δήλωσε «παρών». Μεταξύ των απόντων ήταν και οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ Γεώργιος – Αλέξανδρος Μαγκάκης, Ρούλα Κακλαμανάκη και Αντώνης Τρίτσης, οι οποίοι διαγράφηκαν από το κίνημα με απόφαση του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης Μητσοτάκη (27-29 Μαρτίου 1993): Πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για τους χειρισμούς της στο Σκοπιανό κατέθεσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Ανδρέας Παπανδρέου, στις 27 Μαρτίου 1993. Η πρόταση απορρίφθηκε τα μεσάνυχτα της 29ης Μαρτίου, με 145 ψήφους «υπέρ» και 152 «κατά». Δύο βουλευτές δήλωσαν «παρών». 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης Παπανδρέου (8-11 Ιανουαρίου 1996): Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Μιλτιάδης Έβερτ, κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου στις 8 Ιανουαρίου του 1996 με το επιχείρημα της ακυβερνησίας της χώρας, λόγω της παρατεταμένης νοσηλείας του πρωθυπουργού στο «Ωνάσειο». Η πρόταση απορρίφθηκε με 118 ψήφους «υπέρ» και 168 «κατά», ενώ καταμετρήθηκαν και 10 λευκές ψήφοι. 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά του Υπουργού Παιδείας (14-16 Ιανουαρίου 1999): Η πρώτη πρόταση δυσπιστίας κατά Υπουργού στη Μεταπολίτευση κατατέθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1999 από την αντιπολιτευόμενη Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή. Αφορούσε τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Γεράσιμο Αρσένη, με αφορμή την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και την αναταραχή στην Παιδεία. Η πρόταση απορρίφθηκε από την κυβερνητικής πλειοψηφία. «Υπέρ» ψήφισαν 127 βουλευτές (ΝΔ, ΚΚΕ, ΣΥΝ και ανεξάρτητοι) και «κατά» 163 (ΠΑΣΟΚ και οι ανεξάρτητοι Στέφανος Μάνος και Βασίλης Κοντογιαννόπουλος). 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Γιάννου Παπαντωνίου (30 Ιανουαρίου – 1 Φεβρουαρίου 2001): Στις 30 Ιανουαρίου 2001 η αντιπολιτευόμενη Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ, Γιάννου Παπαντωνίου, σχετικά με την πορεία του χρηματιστηρίου. «Υπέρ» ψήφισαν οι 125 βουλευτές της Ν.Δ. και του ΣΥΝ και «κατά» οι 154 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ. «Παρών» δήλωσε το ΚΚΕ και ο βουλευτής Γιώργος Καρατζαφέρης. 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργου Αλογοσκούφη (8-12 Ιουνίου 2005): O Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Παπανδρέου, κατέθεσε αιφνιδιαστικά στη Βουλή πρόταση δυσπιστίας κατά του υπουργού Οικονομίας, Γιώργου Αλογοσκούφη, για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής απάντησε αμέσως, ζητώντας την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης της Βουλής προς την κυβέρνησή του και την έλαβε στις 12 Ιουνίου με 165 ψήφους «υπέρ» και 120 «κατά» (ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ). Από την ψηφοφορία απείχαν οι βουλευτές του ΚΚΕ. 

Πρόταση Μομφής κατά της Κυβέρνησης Καραμανλή (2-4 Φεβρουαρίου 2007): Στις 2 Φεβρουαρίου 2004 το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Καραμανλή, με αφορμή το άρθρο 16 του Συντάγματος για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Η πρόταση απορρίφθηκε με ψήφους 122 «υπέρ» και 164 «κατά», σε σύνολο 286 ψηφισάντων. «Κατά» της πρότασης ψήφισαν οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, καθώς και οι ανεξάρτητοι βουλευτές, Στέλιος Παπαθεμελής και Πέτρος Μαντούβαλος. «Υπέρ» της πρότασης ψήφισαν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, οι ανεξάρτητοι βουλευτές Γιάννος Παπαντωνίου και Στέφανος Μάνος και οι 6 βουλευτές του Συνασπισμού, ενώ οι βουλευτές του ΚΚΕ απείχαν της ψηφοφορίας. 

Πρόταση Μομφής κατά της Κυβέρνησης Καραμανλή (26-28 Μαρτίου 2008): Πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας κατέθεσε στις 26 Μαρτίου 2008 το ΠΑΣΟΚ για το ασφαλιστικό νομοσχέδιο που συζητείτο στη Βουλή. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γιώργος Παπανδρέου άσκησε κριτική στο σύνολο της κυβερνητικής πολιτικής, με αιχμή την «υπονόμευση του βασικού δικαιώματος σε αξιοπρεπείς συντάξεις». Το αποτέλεσμα της ονομαστικής ψηφοφορίας που διενεργήθηκε τα μεσάνυχτα της 28ης Μαρτίου ήταν: 138 «ναι», 152 «όχι» και 10 «παρών» από τους βουλευτές του ΛΑΟΣ. 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης Σαμαρά (7-10 Νοεμβρίου 2013): Με αφορμή την «αυταρχική αστυνομική επέμβαση στην ΕΡΤ» (7 Νοεμβρίου 2013), ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά της δικομματικής κυβέρνησης Σαμαρά «για τις διαρκείς παραβιάσεις της δημοκρατικής νομιμότητας και τη δεινή οικονομική θέση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία εξαιτίας της βάρβαρης οικονομικής πολιτικής». H πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ απορρίφθηκε τα μεσάνυχτα της 10ης Νοεμβρίου με 124 ψήφους «υπέρ» (ΣΥΡΙΖΑ, Χρυσή Αυγή, ΑΝΕΛ, ΚΚΕ) και 153 «κατά» (Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ), ενώ 17 βουλευτές δήλωσαν «παρών» (ΔΗΜΑΡ, Ανεξάρτητοι). Η βουλευτής Πέλλας του ΠΑΣΟΚ Θεοδώρα Τζάκρη υπερψήφισε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και διαγράφηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα του Κινήματος. 

Πρόταση Δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης Τσίπρα (16 Ιουνίου 2018): Με 153 ψήφους κατά κι 127 ψήφους υπέρ απορρίφθηκε μετά από ονομαστική ψηφοφορία η πρόταση μομφής που κατέθεσε η Ν.Δ. για το ζήτημα της συμφωνίας για το Μακεδονικό. Κατά της συμφωνίας ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ κι ΑΝ.ΕΛ., με την εξαίρεση του βουλευτή των ΑΝ.ΕΛ. Δ. Καμμένου που διαγράφηκε από την Κ.Ο. του κόμματος. Υπέρ της πρότασης μομφής ψήφισαν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης με την εξαίρεση του ΚΚΕ που απείχε από την ψηφοφορία, έχοντας αποχωρήσει νωρίτερα από την συζήτηση. Υπέρ της πρότασης μομφής ψήφισαν κι οι ανεξάρτητοι βουλευτές Στ. Παναγούλης, Ν. Μίχος, Γ. Κατσιαντώνης και Δ. Κουκούτσης. Από την ψηφοφορία απείχαν οι ανεξάρτητοι βουλευτές Κ. Παπακώστα, Ν. Νικολόπουλος, Χ. Θεοχάρης και Κ. Μπαρμπαρούσης. Απών ήταν κι ο Γ. Σαχινίδης από την Χρυσή Αυγή. Ο βουλευτής του Ποταμιού Σπ. Δανέλλης υπερψήφισε την πρόταση μομφής, έσπευσε όμως να δηλώσει ότι αυτό δεν ισχύει και για την συμφωνία για το Μακεδονικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: