Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

Οι νεκροί των Τεμπών ως “δυσφήμιση για την πατρίδα μας" και μια απάντηση στην κυρία Βόζενμπεργκ

 Δυόμιση χρόνια μετά την τραγωδία των Τεμπών και η ελληνική δικαιοσύνη συνεχίζει να κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Ζώντας σε ένα παράλληλο σύμπαν, συνεχίζοντας την ίδια τακτική που ακολούθησε στη δίκη της Χρυσής Αυγής, κινείται με ρυθμούς τόσο αργούς, που θα πρόσβαλλαν και τις χελώνες.

Αλλά και οι ρυθμοί να ήταν γρηγορότεροι, είναι προφανές ότι εδώ και καιρό, έχει χάσει κάτι βασικό: την εμπιστοσύνη του λαού. Ο λαός που μπορεί να κάνει χίλια λάθη, αλλά κατά βάθος δεν είναι κορόιδο: έχει καταλάβει πολύ καλά (βλέπε σκάνδαλα Novartis, Siemens, υποκλοπών, υποθέσεις Φύσσα και Τσαλικίδη καθώς και δεκάδες άλλες), ότι η δικαιοσύνη κάθε άλλο παρά "τυφλή" είναι, ενώ ειδικά όταν υπάρχει πολιτικό συμφέρον, το "κοινό περί δικαίου αίσθημα" πάει περίπατο. Με την πολιτική πίεση για κατευνασμό και κουκούλωμα να έχει ξεπεράσει τα όρια, είναι προφανές που θα καταλήξει το ζήτημα, όταν η υπόθεση τελεσιδικήσει. Αν και οι δικαστικές αρχές στην χώρα μας δεν ήταν ποτέ πραγματικά ανεξάρτητες και αδέκαστες (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δίκες των δοσίλογων στην μετακατοχική Ελλάδα), στα 2024 δεν υπάρχουν δικαιολογίες για την μη απόδοση δικαιοσύνης. Αυτό που προφανώς δεν κατανοούν οι Έλληνες δικαστές είναι ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης σε αυτούς, είναι τραγικό για τη δημοκρατία, γιατί η Δικαιοσύνη είναι βασικός πυλώνας του πολιτεύματος, ενώ παράλληλα οδηγούμαστε ένα βήμα πιο κοντά στην εμπέδωση ότι μόνο αν πάρει κάποιος την κατάσταση στα χέρια του, θα υπάρξει δικαιοσύνη. Οδηγούμαστε δηλαδή σε μια κοινωνία-ζούγκλα.

Και μέσα σε όλα ήρθε και η κυρία Βόζενμπεργκ, η οποία από την άνεση των Βρυξελλών (όπου βέβαια την έστειλε ο ελληνικός λαός) τολμά και κουνάει το δάκτυλο στην κυρία Καρυστιανού γιατί τολμάει και συνεχίζει να ζητάει δικαιοσύνη για τους αδικοχαμένους των Τεμπών. Θα ήταν πιο εύκολο βέβαια για την κυρία Βόζενμπεργκ και το υπόλοιπο σύστημα που παρασιτεί εις βάρος όλων μας, αν η κυρία Καρυστιανού το είχε βουλώσει και έκανε απλώς τα μνημόσυνα για το παιδί της. Αλλά όμως όχι. Η τελευταία έχει τσαγανό και συνεχίζει νόμιμα, να ζητάει το δίκιο της, στη μνήμη των αδικοχαμένων. Και μακάρι να συνεχίζει να βρίσκει τη δύναμη να το κάνει μέχρι τέλους. Γιατί οι απορίες από την τραγωδία των Τεμπών παραμένουν αναπάντητες - και πρέπει κάποιος επιτέλους να τις λύσει...

Γράφει ο Μάνος Χωριανόπουλος σχετικά στο News24:

"Όταν συνέβη το έγκλημα των Τεμπών, (28/02/2023 για να μην μπερδεύεται η κα Βόζεμπεργκ), ο μηχανισμός προπαγάνδας της κυβέρνησης βραχυκύκλωσε για λίγες μέρες μπροστά στην οργή του λαού και τη θλίψη για τους 57 νεκρούς και τους δεκάδες τραυματίες. Στη συνέχεια παίχθηκε το έργο “διαχρονικές ευθύνες” και μετά, με τη συνδρομή καλοταϊσμένων δημοσιογραφικών παπαγάλων, που ο οχετός τους δεν γνωρίζει νεκρά παιδιά και απαρηγόρητους συγγενείς, ξεκίνησε η επιχείρηση συσκότισης, συγκάλυψης και μονταζιέρας.

Μάλιστα η επιχείρηση αυτή, ενδύθηκε τον μανδύα του… σεβασμού στους νεκρούς. Έπρεπε οι γονείς να θρηνούν βουβά για να μην ενοχλούν.

Έπρεπε να κρατούν τα δάκρυά τους, να εμπιστευθούν την ελληνική δικαιοσύνη και να δεχθούν βρε αδερφέ ότι αυτό το κράτος (επιτελικό εδώ και 5 χρόνια), ίσως χρειάζεται και καμιά θυσία για να φτιάξουν τα πράγματα. Θυσιάζονται βέβαια τα παιδιά του λαού, γιατί το παιδί του παπαγάλου και του πολιτικού εντολέα του παπαγάλου θα πάρει αεροπλάνο, θα έχει αυτοκίνητο για δώρο αποφοίτησης ή ακόμα καλύτερα αυτοκίνητο με σοφέρ.

“Τι θα λέγαν αν στο τρένο ήταν μέσα τα παιδιά τους;”. Απορίες κοινών θνητών Τα παιδιά του λαού, θα μπαίνουν στα τρένα του θανάτου και οι γονείς τους θα πρέπει να το βουλώνουν για να μην προσβληθεί η κυβέρνηση, το έθνος και η πατρίδα. Όταν ξεκινάς με την απαίτηση για “βουβό” και “μη ενοχλητικό” πόνο, είναι βέβαιο ότι θα καταλήξεις σε ξεδιάντροπες επιθέσεις προς όσους γονείς δεν αντέχουν να κλαίνε ήσυχα για να μην ενοχληθεί η κυβέρνηση. Η χυδαιότητα είναι μια κατηφόρα που δεν έχει τέλος. Μετά τη στοχοποίηση διαρκείας της Μαρίας Καρυστιανού και την οργανωμένη κατασυκοφάντηση της συναυλίας για τα Τέμπη, ήρθε η ώρα με τον πιο επίσημο τρόπο να γίνει επίθεση από τη Νέα Δημοκρατία σε όποιον γονέα δεν κάθεται ήσυχα. Η ευρωβουλευτής του κόμματος, Ελίζα Βόζεμπεργκ, ουσιαστικά κατηγόρησε την κα Καρυστιανού ότι εργαλειοποιεί τον θάνατο της κόρης της και συμμετέχει σε επιχείρηση δυσφήμισης της Ελλάδας.

Στη συνέχεια και μετά τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν, αντί να επιλέξει τη σιωπή, είπε να βάλει και λίγη πατρίδα στη σούπα της χυδαιότητας γράφοντας στο Χ το εξής: “Μια κ μόνη διαφορά έχουμε κυρια @mkaristianou. Εγώ εμπιστεύομαι τη Δικαιοσύνη της πατρίδας μας, εσείς οχι”. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ο κ. Μητσοτάκης, είχε μεγάλο δίκιο, όταν είπε πριν λίγες μέρες στη Βουλή ότι “ο πατριωτισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των αχρείων”. Η κα Βόζεμπεργκ έσπευσε να μπει στο καταφύγιο. Να σημειώσουμε ότι μιας και η ευρωβουλευτής ανήκει στη δεξιά παράταξη, άρα ομνύει στην πατρίδα, τη θρησκεία, την οικογένεια και το μεγαλείο της Αρχαίας Ελλάδας, θα έπρεπε να ξέρει ότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, έδειχναν ιδιαίτερο σεβασμό στους νεκρούς τους και τους απέδιδαν μεγάλες τιμές. Επεφύλασσαν μάλιστα σκληρές τιμωρίες σε όσους δεν τους σέβονταν, όσο ισχυροί και αν ήταν.

Μπορούμε επομένως να υποστηρίξουμε βάσιμα ότι όποιος δεν σέβεται τους νεκρούς, είναι ανελλήνιστος και ξεφτιλίζει την πατρίδα ΜΑΣ, για να μιλήσουμε και στη διαδικτυακή γλώσσα της κας Βόζενμπεργκ. Πέρα όμως από την Αρχαία Ελλάδα, δεν είναι παράλογο να θεωρεί κανείς ότι τη σύγχρονη και τη μελλοντική Ελλάδα δεν τη δυσφημίζουν οι νεκροί της, ούτε οι γονείς τους, είναι όμως άκρως δυσφημιστικό να σκοτώνονται παιδιά επειδή πήραν το τρένο σε ένα “επιτελικό κράτος”, που καμώνεται πως το ζηλεύουν μέχρι και στην Ιαπωνία. Είναι άκρως δυσφημιστικό να μη νιώθει ο πολίτης, ακόμα και σήμερα, ασφαλής να πάρει το τρένο, παρά τις τόσες διαβεβαιώσεις από τα πιο επίσημα χείλη.

Αυτό είναι ντροπή και ύβρις προς νεκρούς και ζωντανούς στην Ελλάδα. Και οι μόνοι που (κάνουν ότι) δεν το καταλαβαίνουν είναι οι εργολάβοι του επικοινωνιακού μπαζώματος των Τεμπών, που δεν θα θυσίαζαν ποτέ τον παρασιτικό τους εναγκαλισμό με την εξουσία, για ένα “παλιοτρένο”."