Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Τα Χριστούγεννα ενός νέου, Έλληνα μετανάστη

Μας το έστειλαν και με την άδεια του αποστολέα το μεταφέρουμε σε όλους σας - τα Χριστούγεννα ενός νέου μετανάστη - Χρόνια πολλά σε όλους!

"Τελειώνοντας το σχολείο κανείς από τους φίλους μου δεν πίστευε πως θα φύγει στο εξωτερικό. Εντάξει γνωρίζαμε ότι η Ελλάδα δεν ήταν παράδεισος, ότι τα πράγματα στην αγορά εργασίας δεν ήταν εύκολα, αλλά οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν κοντά σχετικά, υπήρχε μια σχετική ανάπτυξη, το περιβάλλον ήταν γενικά σταθερό και τέλος πάντων τα πάντα ήταν υπό έλεγχο. Είχαμε τα ονειρά μας, τις φιλοδοξίες μας - θα τα καταφέρναμε εντός της χώρας. Το πολύ-πολύ να μετακομίζαμε σε μια άλλη πόλη, αλλά τι στο καλό; Με τόσες εταιρείες αεροπορικές, τόση ευκολία στις μετακινήσεις, θα γυρίζαμε τακτικά στα πάτρια. Στο κάτω-κάτω, και θεωρητικά πάντα, υπήρχε η πιθανότητα επιστροφής.

Έτσι λοιπόν το σχολείο τελείωσε, κάποιοι από μας (οι περισσότεροι) πήγαν στο πανεπιστήμιο, κάποιοι έφυγαν μετά στο εξωτερικό για μεταπτυχιακά - οι περισσότεροι γύρισαν όμως πίσω, συχτηρίζοντας αυτούς που κάθισαν έξω, αφήνοντας την Ελλάδα μας πίσω. Οι περισσότεροι έλεγαν "ελάτε πίσω, μην κάθεστε έξω, η Ελλάδα άλλαξε, υπάρχουν ευκαιρίες, οι δουλειές πληρώνουν - σε ζορίζουν βέβαια αλλά πληρώνουν". Κάποιοι το πήραν απόφαση, αφήνοντας ευκαιρίες και ακαδημαϊκές καριέρες με προοπτική για να κάνουν babysitting σε παιδιά καθηγητών, να κρατάνε εργαστήρια με 3 και 60 ή να κουνάνε το κεφάλι σε meeting εταιρειών που διοικούσαν οι γιοι των μπαμπάδων, όντας απόφοιτοι του Deree και μόνο. Ήταν στην Ελλάδα και αυτό τους έφτανε. Κοντά στους γονείς, στην κοπέλα (ή το αγόρι τους), στους φίλους τους, στον ήλιο και τις αμέτρητες ευκαιρίες για χαλάρωμα. Στην Σουηδία χιόνιζε, στο Λονδίνο έκανε κρύο, στην Βοστώνη ο καιρός ήταν μουντός 11 μήνες τον χρόνο, ενώ στο Βερολίνο η σκληράδα της γλώσσας δεν καταπινόταν με τίποτα. Έτσι, όντας στην Ελλάδα δεν μιλούσαν όταν τους προσπερνούσαν άλλοι με λιγότερα προσόντα στις προαγωγές - τα πολιτικά μέσα και οι γνωριμίες πάντα έπαιζαν το ρόλο τους τόσο στο Δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα- αλλά τι να κάνεις; Έτσι ήταν η ζωή.  Αυτοί που είχαν ανοίξει δικές τους δουλειές ήταν τυχεροί - στο κάτω κάτω δεν είχαν κανένα στο κεφάλι τους, μόνο την εφορία και τον ιδιοκτήτη του γραφείου ή του μαγαζιού τους, αλλά με λίγη πονηριά και με σύμμαχο τις καλές δουλειές που οι περισσότεροι είχαν, τα πράγματα έδειχναν ανθηρά.

Έτσι ξεχάσαμε ν' αγωνιζόμαστε, κάναμε τα στραβά μάτια στα σύνορα που ήταν ξεχαρβαλωμένα κι έμπαινε όποιος ήθελε, κάναμε πως δε βλέπαμε κάποιους μπρατσωμένους μαυροντυμένους να κάνουνε ρατσιστικά σχόλια όντας καθισμένοι στις καφετέριες από πρωϊ μέχρι βράδυ (με το χαρτζηλίκι της μαμάς),  κλείναμε τ' αυτιά στις μικρές (αρχικά) αλλά πολύ συχνές καταχρήσεις εξουσίας, αλλάζαμε κανάλι όταν στην τηλεόραση μιλούσαν για τ' αποθεματικά των ασφαλίστικών ταμείων που κάποιοι τα έπαιζαν σα να ήταν στραγάλια στο Χρηματιστήριο. Σταματήσαμε να διεκδικούμε το γενικό καλό, μένοντας ευχαριστημένοι με τα ταξίδια στο Λονδίνο, με τις διακοπές για σκι και μην αντιδρώνοντας όταν μας χρέωναν την χωριάτικη 7 ευρώ. Είχαμε λεφτά και πληρώναμε. Δεν μιλούσαμε.

Έγιναν οι Ολυμπιακοί και χαρήκαμε. Πήραμε και το Euro, το Ευρωμπάσκετ, την Γιουροβίζιον. Μαγικά δύο χρόνια. Νιώσαμε κέντρο του κόσμου, πιστέψαμε ότι η Ελλάδα "δε γυρίζει πίσω". Τα πράγματα έσφιγγαν στη δουλειά, άρχισαν σιγά-σιγά να φαίνονται ρήγματα στην ευτυχία μας, αλλά συνεχίζαμε να συχτηρίζουμε αυτούς που έμειναν έξω - "κόλωσαν τα κωλόπαιδα" λέγανε κάποιοι. Κι ας ξεκίνησαν οι δουλειές να είναι λιγότερες, και ας σταμάτησαν οι αυξήσεις. Κι ας βλέπαμε τις μίζες να πετάνε και τις αδικίες να γίνονται όλο και πιο συχνές. Είχαμε ακόμα χρήματα στην τσέπη. Δεν μιλούσαμε. Γίναμε συνένοχοι ψηφίζοντας τους ίδιους.

Και ξαφνικά ήρθε το χαστούκι του Μνημονίου. Είχαμε κάνει οικογένειες πια - είχαμε γίνει  νοικοκυραίοι. Όχι όλοι, αρκετοί όμως. Είχαμε βολευτεί στον τρόπο ζωής μας όμως και έτσι όταν άρχισαν οι περικοπές δεν μιλήσαμε. Δεν μιλήσαμε δυνατά ακόμα και όταν διαβάσαμε το Μνημόνιο, και συνειδητοποιήσαμε ότι ήρθε για να μείνει και για να αλλάξει όχι μόνο τη ζωή μας, αλλά για να καθορίσει το μέλλον της χώρας για γενιές μπροστά, ξεπουλώντας τα πάντα. Πιστέψαμε ότι ήταν ένα κακό όνειρο - οι περισσότεροι από μας.

Κι έτσι ξεκίνησαν να φεύγουν κάποιοι από τους γύρω μας. Ένας-ένας. Στην αρχή απλώς γνωστοί, μετά φίλοι, συγγενείς, ξαδέρφια. Ένας-ένας. Πρώτα οι "ελεύθεροι", μετά τα νέα ζευγάρια, μετά οι οικογένειες. Σπίτια, γονείς, συγγενείς, πατρίδα έμεναν πίσω - για πάντα και το ξέραμε ακόμα και αν λέγαμε ότι θα κρατούσε, όσο κρατούσε η κρίση. Κάποιοι έμειναν, αποφασισμένοι ν' αντισταθούν. Έτσι γίνεται πάντα. Λίγοι παλεύουν για πολλούς. Όσο αντέξουν. Όσο λιγότεροι όμως μένουν τόσο λιγότερο δύσκολο είναι γι' αυτούς που "αγωνίζονται να σώσουν την πατρίδα" καταστρέφοντας την, να πετύχουν το σκοπό τους. Κι έτσι μαζί με την ανεργία, την φτώχεια και κυρίως την κλοπή των ονείρων μας, ήρθε και η απογοήτευση. Πειστήκαμε ποια ότι τα πράγματα ΔΕΝ θ' αλλάξουν, ότι τελικά, καλύτερα να μη μιλάμε πολύ και να περιμένουμε. Τι άραγε; Για πόσο;

Και καταλήξαμε να μιλάμε με τους φίλους μας μέσω Skype και όχι δίνοντας ραντεβού "σ' ένα τέταρτο", αφού πλέον ζούνε σε διαφορετική χρονική ζώνη. Κατέληξαν οι παππούδες να βλέπουν τα εγγόνια τους μέσα από μια κάμερα υπολογιστή (και πάλι καλά που υπάρχει κι αυτή) και "άντε παππού να είμαστε καλά να έρθουμε το καλοκαίρι να σας δούμε". Καταλήξαμε να βλέπουμε να παίζουν ξύλο για μια σακούλα πατάτες στην πλατεία της πόλης μας, χωρίς αυτοί που χειροδικούσαν να σκέφτονται τη ντροπή. Όταν πεινάς σκέφτεσαι λιγότερο. Καταλήξαμε να κουνάμε το κεφάλι και να προσπερνάμε όταν βλέπουμε παιδιά να ψάχνουν σκουπίδια για να φάμε μέρα-μεσημέρι. Καταλήξαμε να προσπερνάμε βλέποντας τους μπρατσωμένους νεαρούς που λέγαμε παραπάνω να δέρνουν σκουρόχρωμους μετανάστες. Καταλήξαμε να γίνουμε η ουρά και όχι οι πρωτοπόροι της Ευρώπης. Κι έτσι η Ελλάδα χτυπήθηκε από την μεγαλύτερη έξοδο επιστημόνων από το 2ο Παγκόσμιο πόλεμο. Κι αντί οι Έλληνες να γυρίζουν πίσω, έφυγαν περισσότεροι.

Αλλά τουλάχιστον αυτοί που φύγαμε, δεν χρειάζεται να τα ζούμε πλέον αυτά καθημερινά. Ζούμε ασφαλείς με μια "αγία νοσταλγία" γι' αυτά που αφήσαμε πίσω, αναπολώντας φίλους, συγγενείς, καλοκαίρια, θάλασσες και ένα ποτήρι κρασί που το πίναμε "στην υγειά μας" με παρέες που έγραφαν ιστορία και είχαν όνειρα. Και τα χρόνια περνούν (4 χρόνια σχεδόν κιόλας) και απομακρυνόμαστε απ' όλα αυτά - και το μόνο που μας μένει, στην καλή ζωή που κάνουμε είναι αλήθεια - είναι ότι κάποια στιγμή θα γυρίσουμε πίσω. Και η Ελλάδα θα είναι στα καλά της. Όχι όπως νομίζαμε ότι ήταν. Αλλά όπως θα μπορούσε να είναι και δεν την αφήσαμε.

Χριστούγεννα όμως - πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι. Κι έτσι κοιτάμε τους γιορτινούς στολισμούς όπου είμαστε - στο Λονδίνο, την Φρανκφούρτη, τη Στοκχόλμη, την Νέα Υόρκη, το Μόντρεαλ ή ακόμα και την Ντόχα του Κατάρ για κάποιους και λέμε μέσα μας: "του χρόνου θα είμαστε πίσω". Να ξαναβρεθούμε στα ίδια μέρη, να γιορτάσουμε στο οικογενειακό τραπέζι (που βαριόμασταν αλλά τώρα μας λείπει), ν' ακούσουμε τα κάλαντα (που δεν ανοίγαμε να μας "τα πουν" αλλά αν ήμασταν τώρα θα δίναμε 5ευρα), να πάμε επισκέψεις σε γιορτές φίλων και συγγενών, να πούμε παλιές ιστορίες στην αγαπημένη μας ταβέρνα, να κόψουμε την Βασιλόπιτα και ν' αφήσουμε την μαμά να μας δώσει στα κρυφά το κομμάτι με το φλουρί με την σιωπηλή συνενοχή του μπαμπά.

Φέτος; Ε, φέτος θα τα κάνουμε όλα από το Skype. Ένας χρόνος είναι θα περάσει...

Καλά Χριστούγεννα!"

Αφιερωμένο στους φίλους που είναι ξενιτεμένοι και φέτος θα είναι εκτός Ελλάδος...
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: